Σελίδες

Κυριακή, Ιουνίου 13, 2021

Οθωμανικά τιμάρια και τσιφλίκια στην περιοχή του Ωρωπού


Η νομοθεσία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχε προχωρήσει σιγά σιγά στο διαχωρισμό των γαιών σε miri (δημόσιες γαίες), mulk (ιδιωτικές γαίες) και waqfs (γαίες που ανήκαν σε θρησκευτικά ιδρύματα: vakif στα τούρκικα, «βακούφια» στα ελληνικά).

Οι δημόσιες γαίες (miri) διακρίνονταν σε περιουσία του στέμματος, σε κτήματα προς χρήση των κοινοτήτων της υπαίθρου και σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις οι οποίες διαιρούνταν σε τιμάρια. Το τιμάριο καθοριζόταν από τα έσοδά του και όχι από το μέγεθός του. Τα τιμάρια-hass (χάσια) που απέφεραν πάνω από 100.000 ακτσέ (νομισματική μονάδα) προορίζονταν για τους ανώτερους κρατικούς υπαλλήλους. Στην περιοχή που αντιστοιχεί στα όρια του σημερινού ελληνικού κράτους υπήρχαν περίπου 10.000 τιμάρια στα μέσα του 17ου αιώνα.

Αρχικά, ο επικαρπωτής του τιμάριου ήταν μουσουλμάνος ο οποίος επέβλεπε τη διαχείριση και την καλλιέργεια της γης, ήταν φορολογικός εισπράκτορας που αποταμίευε τους φόρους και παραχωρούσε το μερίδιό του στον σουλτάνο, και τέλος, ήταν ο τοπικός υπεύθυνος για την τήρηση της τάξης. Κρατούσε για τον εαυτό του ένα μέρος των κτημάτων του, το «hass tchiflik» ή  «tchiflik» (τσιφλίκι) και το υπόλοιπο το διαμοίραζε στους χωρικούς.

Η κατάσταση αυτή  μεταβλήθηκε σταδιακά και το «τσιφλίκι» από απλή γαιοκτησία απέκτησε τη σημασία της «μεγάλης ιδιοκτησίας», έννοια που διατηρεί μέχρι σήμερα στα ελληνικά. Ταυτόχρονα, επιδεινώθηκε η θέση του χωρικού, γιατί ο αφέντης είχε αρχίσει να επιβάλλει αγγαρείες, να μετατρέπει τον μικροϊδιοκτήτη σε κολλήγα που ήταν υποχρεωμένος να καταβάλλει το ένα τρίτο ή το μισό της σοδειάς του,  να προσανατολίζεται σε καλλιέργειες πιο προσοδοφόρες, ενώ ο κολλήγας δεν είχε πια κανένα συμφέρον για την αύξηση της παραγωγής. Ένα τσιφλίκι υπολογίζεται γύρω στα 25 με 50 εκτάρια (1 εκτάριο = 10 στρέμματα). Μετά τις μεταρρυθμίσεις για τον εκσυγχρονισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, γνωστές ως «Τανζιμάτ» (1839 – 1879), επιτρεπόταν στον καθένα να αγοράσει ιδιόκτητα ακίνητα και έτσι ενισχύθηκε η συγκέντρωση των γαιών προς όφελος των οικονομικά ευρωστότερων.

Η ευρύτερη περιοχή του Ωρωπού ανήκε σε δύο τσιφλίκια: το ένα, του «Συκάμινου», που περιλάμβανε όλη την έκταση της σημερινής Τοπικής Κοινότητας, και το άλλο του «Ωρωπού», που περιλάμβανε τα χωριά Ωρωπό, Σκάλα Ωρωπού, Μαρκόπουλο, Μήλεσι, Χαλκούτσι, καλλιεργήσιμες και δασικές εκτάσεις, βοσκοτόπια και σπίτια καλλιεργητών.

Με την απελευθέρωση της Ελλάδας, τα δυο τσιφλίκια αγοράστηκαν από τον Ιωάννη Παπαρρηγόπουλο. Το «Κτήμα Ωρωπού» αργότερα κατέληξε στον Ανδρέα Συγγρό αφού το αγόρασε από τον Ι. Λιαπέρ, ο οποίος το είχε αποκτήσει μαζί με τον Κ. Μαρκόπουλο, αγοράζοντάς το από τους Τούρκους Χαλίλ Ακίφ μπέη και τον πατέρα του Μεχμέτ μπέη, από τους κληρονόμους του Παπαρρηγόπουλου. Από το 1875 και μετά, επέρχονται σταδιακά  σημαντικές αλλαγές στις γαιοκτητικές συνθήκες του Κτήματος Ωρωπού, όπως η παραχώρηση έκτασης 4.000 στρεμμάτων στους χωρικούς του Σαλεσίου, η πώληση μεγάλου μέρους του κτήματος  στους χωρικούς των Μπούγων το 1884 και η δωρεά του όλου κτήματος το 1899 στο Αμαλίειο Ορφανοτροφείο.

Το «Κτήμα Συκαμίνου», περιήλθε, με διαδοχικές τμηματικές πωλήσεις μεταξύ 1894-1926, κατά τα 7/10 στην ιδιοκτησία του Αναγκαστικού Συνεταιρισμού Συκαμίνου που τον αποτελούσαν 5 οικογένειες, και κατά τα 3/10 στον Συνεταιρισμό Προσφύγων από τα Βρύουλα της Μ.Ασίας.

Ο αριθμός των τσιφλικιών στην Αττική κατά το 19ο αιώνα δεν παρέμεινε σταθερός. Και τούτο διότι πολλά από τα τσιφλίκια, λόγω της ιδιοκτησιακής τους ιδιομορφίας ή και μετά από την αποτυχία εφαρμογής σύγχρονων καλλιεργητικών μεθόδων ή ακόμη και επειδή η πολιτική συγκυρία ήταν δυσμενής, άλλαζαν χέρια νομέων. Ωστόσο, οι οικογένειες μεταξύ των οποίων γίνονταν οι αγοραπωλησίες και μεταβιβάσεις των τσιφλικιών, από μια εποχή και μετά, δηλαδή από το 1870 και μέχρι την εποχή της αγροτικής μεταρρύθμισης, δεν ήταν παρά ελάχιστες (οικογένειες Σκουζέ, Παχύ, Συγγρού, Ηλιόπουλου, Καμπά, Καλλιφρονά, κ.α.).



 

Πηγές:

·         Νταλέγκρ, Ζ. (2006), Έλληνες και Οθωμανοί 1453-1923, εκδ. Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος

·         Τούντα, Φ. (1999), Γαιοκτησία, οικιστική επέκταση και αποδάσωση στην Αττική, διδακτορική διατριβή ΕΜΠ

·         Ηλιάδης, Θ. (2001), Προκόννησος-Παλάτια-Νέα Παλάτια, Κοινότητα Νέων Παλατίων

·         Δήμος Ωρωπού: http://oropos.gov.gr/visitors/istoria/neoteroi-xronoi/item/neoteroi-hronoi.html

Πηγή εικόνων: Τούντα, Φ. (1999), Γαιοκτησία, οικιστική επέκταση και αποδάσωση στην Αττική, διδακτορική διατριβή ΕΜΠ

Δεν υπάρχουν σχόλια: