Παρά τις αντίξοες συνθήκες, τα ελληνικά στρατεύματα προχώρησαν νικηφόρα στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας και στη διάρκεια του 1921 κατέλαβαν τους δύο στρατηγικούς στόχους που είχαν θέσει. Αλλά οι Τούρκοι του Κεμάλ υποχώρησαν περισσότερο και οχυρώθηκαν στην περιοχή της Άγκυρας. Η ανάγκη καταδίωξής τους ανάγκασε τον ελληνικό στρατό να περάσει τον ποταμό Σαγγάριο και την Αλμυρά έρημο. Ο εφοδιασμός έγινε δύσκολος και ο στρατός ήταν ταλαιπωρημένος από τους συνεχείς πολέμους. Έτσι, τον Αύγουστο του 1921 οπισθοχώρησε και οχυρώθηκε σε μία αμυντική γραμμή (Εσκί Σεχίρ – Κιουτάχεια – Αφιόν Καραχισάρ).
Έναν χρόνο μετά, τον
Αύγουστο του 1922, οι Τούρκοι του Κεμάλ επιτέθηκαν στις εξασθενημένες ελληνικές
στρατιωτικές δυνάμεις. Η αμυντική γραμμή έσπασε και ο ελληνικός στρατός
αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Τον ακολούθησαν χιλιάδες Έλληνες, φοβούμενοι τα
τουρκικά αντίποινα. Στα τέλη Αυγούστου οι Τούρκοι μπήκαν στη Σμύρνη, πυρπόλησαν
την ελληνική και την αρμενική συνοικία
της πόλης, ενώ ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος παραδόθηκε στο μουσουλμανικό πλήθος
και θανατώθηκε. Σκηνές ανείπωτου πόνου εκτυλίχθηκαν στο λιμάνι, με
πρωταγωνιστές πλήθος πρόσφυγες που αγωνίζονταν να μπουν στα πλοία για να
σωθούν. Σφαγές χριστιανών και λεηλασίες ολοκλήρωσαν την καταστροφή. Ήταν το
δραματικό τέλος της μακραίωνης ελληνικής παρουσίας στην περιοχή.
Η Μικρασιατική Καταστροφή
επισφραγίστηκε με τη Συνθήκη της Λωζάνης, το 1923. Η Ελλάδα αποσύρθηκε από την
Ανατολική Θράκη, τα νησιά Ίμβρο και Τένεδο και την περιοχή της Σμύρνης, ενώ τα
Δωδεκάνησα παρέμειναν στην Ιταλία. Ταυτόχρονα αποφασίστηκε η ανταλλαγή των
πληθυσμών ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία με βάση το θρήσκευμα. Η Ελλάδα, κλονισμένη από τη στρατιωτική ήττα,
διχασμένη πολιτικά και έχοντας οικονομικές δυσκολίες, δέχτηκε περισσότερο από
ένα εκατομμύριο πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη, τον Πόντο και τη Μικρά Ασία.
Αυτοί ήρθαν να προστεθούν στους 100.000 περίπου, που είχαν εγκαταλείψει τη
Βουλγαρία και τη Σοβιετική Ένωση, όπου είχαν κυριαρχήσει οι Μπολσεβίκοι. Δεν
μετακινήθηκαν όσοι Χριστιανοί Έλληνες ζούσαν στην Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο
και την Τένεδο και οι Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης.
Η πλειονότητα των
προσφύγων εγκαταστάθηκε κυρίως στη Μακεδονία και τη Δυτική Θράκη, ενισχύοντας
το ελληνικό στοιχείο των περιοχών αυτών. Έμεναν προσωρινά σε καταυλισμούς, νοσοκομεία,
ακόμα και σε θέατρα, ενώ αργότερα δημιουργήθηκαν οικισμοί για τη στέγασή τους.
Η παρουσία τους στο ελληνικό κράτος τόνωσε τόσο τον πληθυσμό των πόλεων όσο και
τον αγροτικό πληθυσμό, συμβάλλοντας σημαντικά στην οικονομική και την πνευματική
ανάπτυξη της χώρας.
Για τη Μικρασιατική
Καταστροφή, ο Γ. Σεφέρης έγραψε: «Αυτό
που είχαν συνηθίσει να λένε «η ελληνική διασπορά» και το ονομάζαμε το Γένος των
Ελλήνων, είχε καταργηθεί. Για πρώτη φορά, ολόκληρος ο ελληνισμός, εκτός από
ελάχιστα παρακλάδια, είχε συγκεντρωθεί μέσα στα σύνορα του ελλαδικού κράτους».
Πηγές:
· Νταλέγκρ, Ζ., Έλληνες και Οθωμανοί 1453-1923, εκδ. Σ.
Ι. Ζαχαρόπουλος, 2006.
· Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Η Έξοδος. Μαρτυρίες
Μικρασιατών προσφύγων, τόμ. Α'-Β', Αθήνα 1980-1982.
· Κ. Σβολόπουλος, Η ελληνική εξωτερική πολιτική,
1900-1945, εκδόσεις Εστία, Αθήνα 1992.
· ΟΕΔΒ, Ιστορία νεότερη και σύγχρονη, Γ’
Λυκείου, Αθήνα 1992.
· ΙΤΥΕ «ΔΙΟΦΑΝΤΟΣ», Ιστορία ΣΤ’ Δημοτικού, Αθήνα 2021.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου