Σελίδες

Τρίτη, Αυγούστου 28, 2018

Ρατσισμός και Εθνική Οδός.


Σύμφωνα με τον καθηγητή και συγγραφέα του βιβλίου "Ρατσισμός: Κοινωνικές, Ψυχολογικές και Παιδαγωγικές όψεις μιας ιδεολογίας και μιας πρακτικής" (Υπ. Παιδείας, 1998), Αθανάσιο Γκότοβο, για ρατσισμό μιλάμε όταν διαφοροποιείται η συμπεριφορά απέναντι σε κάποιον επειδή ανήκει σε μια συγκεκριμένη κοινωνική κατηγορία. Οι μορφές που μπορεί να πάρει η κοινωνική διάκριση είναι κυρίως συμβολικού, οικονομικού και φυσικού τύπου. Με τη μορφή της συμβολικής βλάβης, ρατσισμός είναι κάθε περίπτωση μείωσης της αξιοπρέπειας του «άλλου» μέσω των αρνητικών προβολών της εικόνας του σε ιδιωτικά και δημόσια επικοινωνιακά περιβάλλοντα.
Ένα είδος ρατσισμού που υπογραμμίζει ο Αθ. Γκότοβος είναι εκείνο των άτυπων, καθημερινών διακρίσεων που λαμβάνουν χώρα σε εξωθεσμικά περιβάλλοντα, σε μια οποιαδήποτε σκηνή της καθημερινής ζωής.  Ένα ζωντανό παράδειγμα, αποτελεί ο απλός πολίτης που διαφοροποιεί τη γλωσσική του συμπεριφορά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ανάλογα με το εάν μια παράνομη πράξη (π.χ. ο αποκλεισμός της Εθνικής Οδού) τελείται από Έλληνες ή από Αφγανούς και αλλάζει το ύφος του από μετριοπαθές σε καυστικό.
Ένα δεύτερο είδος είναι ο Πολιτιστικός Ρατσισμός, ο οποίος, ως ιδεολογία, πρεσβεύει ότι οι πολιτισμοί ιεραρχούνται, και ορισμένοι από αυτούς υπερέχουν, ενώ άλλοι βρίσκονται στο τελευταίο σκαλοπάτι και ουσιαστικά είναι υπανάπτυκτοι. Πάντως στην περίπτωση του πρόσφατου αποκλεισμού της Εθνικής Οδού από πρόσφυγες, οι φορείς του Πολιτιστικού Ρατσισμού καταλήγουν σε σύγχυση: Η πιο συνηθισμένη τους έκφραση είναι : «Εδώ είναι Ελλάδα». Αλλά οι πρόσφυγες που απέκλεισαν την Εθνική Οδό δεν εφάρμοσαν κανένα ξενόφερτο «έθιμο». Έχουν δει πολλές φορές Έλληνες αγρότες, υπαλλήλους και άλλους, να αποκλείουν την Εθνική Οδό και απλά συγχρονίστηκαν με αυτή τη μορφή διεκδίκησης, ακριβώς επειδή «εδώ είναι Ελλάδα».
Το χειρότερο είναι ότι έχει δημιουργηθεί μια ιδιάζουσα συνθήκη ανοχής στον ρατσισμό ακόμα και από πολιτικούς που δεν είναι  ακροδεξιοί, κυρίως σε όσους προετοιμάζονται για υποψηφιότητα στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Εξαρτώντας την πολιτική τους καριέρα από τις ψήφους και των ρατσιστών πολιτών, αναγκάζονται να  υποκύψουν, ή να μην καταδικάσουν έντονα, την αντίστοιχη ρητορική, για να μη χάσουν ψήφους. Το θέμα είναι ότι ακόμα και αν πάρουν ψήφους, θα έχουν απωλέσει, για μια ακόμα φορά, την παιδαγωγική διάσταση της πολιτικής. Σύμφωνα με την οποία ο ηγέτης οφείλει να διδάσκει την ευθύνη στους πολίτες ακόμα και αν χρειαστεί να γίνει δυσάρεστος.
Πώς εξηγείται η ενεργοποίηση των συγκεκριμένων στρατηγικών για την αντιμετώπιση της πραγματικότητας ; Πιο απλά, γιατί μερικοί άνθρωποι γίνονται ρατσιστές ; Η μόνη ρεαλιστική ερμηνεία είναι εκείνη της μάθησης μέσω της κοινωνικοποίησης και της αγωγής. Ο πρώτος αφορά την ανταλλαγή εμπειριών από την καθημερινή ζωή μέσα στην οικογένεια, με το παιδί στον ρόλο του ακροατή. Όταν εκφέρεται στερεοτυπικός λόγος για τον « άλλο» (πχ. εργάτης, μετανάστης, πρόσφυγας) μέσα στην οικογένεια, το μήνυμα για τον μικρό ακροατή είναι ότι ο «άλλος» συμπεριφέρεται έτσι, επειδή δεν είναι «δικός μας», επειδή είναι «ξένος».
Εάν είχε κανείς τη δυνατότητα παρέμβασης σε επίπεδο οικογένειας, θα μπορούσε να συμβουλεύσει τους γονείς να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί σε δύο τομείς: Πρώτον, να είναι όσο πιο φειδωλοί γίνεται στην πρώιμη «ενημέρωση» των παιδιών για την «ξένη» ομάδα, αφήνοντας τα ίδια τα παιδιά να την ανακαλύψουν.
Δεύτερον, να είναι πολύ προσεκτικοί στη χρήση της γλώσσας, όταν κάνουν αναφορές στην «οικεία» και στην «ξένη» ομάδα. Η υπερβολή στις περιγραφές, η βεβαιότητα στις διασταλτικές ερμηνείες για τη συμπεριφορά του «ξένου» και κυρίως η βιαστική απόδοση συλλογικής ευθύνης στην «ξένη» ομάδα για κάποιο δυσάρεστο βίωμα, είναι πρακτικές που ενθαρρύνουν τη στερεοτυπική σκέψη, την προκατάληψη και την κοινωνική διάκριση.
Αναμφίβολα, η παρουσία του ρατσισμού στην κοινωνία μας σχετίζεται με στοιχεία της κοινωνικής δομής και της οικονομίας, αλλά όχι μόνο με αυτά. Υπάρχουν και επειδή αποτελούν στοιχεία που επιβιώνουν μέσω των γλωσσικών και πολιτισμικών πρακτικών από γενιά σε γενιά. Τα στερεότυπα, η προκατάληψη, η κοινωνική διάκριση εξυπηρετούν τις ανάγκες του ατόμου για απλούστευση και εκτόνωση, αλλά και τις ανάγκες κάποιων επίδοξων πολιτικών για ψήφους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: